Η πόλη της νοτιοδυτικής Γαλλίας σκαρφαλωμένη στα «πόδια» των Πυρηναίων, βρίσκεται στην πρώην επαρχία του Λανγκντόκ-Ρουσιγιόν και αποτελεί μία από τις από τις πλέον ατμοσφαιρικές και καλύτερα διατηρημένες μεσαιωνικές πόλεις του κόσμου.
Με πλούσια ιστορία, μεσαιωνικό κέντρο και ένα επιβλητικό κάστρο που χρονολογείται από τον 12ο αιώνα, εντυπωσιάζει τον επισκέπτη και τον μεταφέρει πίσω στο χρόνο.
Βρίσκεται στην νότια Γαλλία, κοντά στα ισπανικά σύνορα στην περιοχή του Λανγκντόκ και είναι κτισμένη σε ένα λοφώδες εξόγκωμα.
Διασχίζεται από τον ποταμό Ορν.
Η παλαιότερη εγκατάσταση στην περιοχή χρονολογείται από τον 6ο π.Χ. αιώνα, όταν ένα πρωτοϊστορικό οχυρό (oppidum) με την ονομασία “Oppidum de Carsac” κατασκευάστηκε στον βραχώδη λόφο που δέσποζε της κοιλάδας του ποταμού Οντ (Aude),
η οποία αποτελούσε σταυροδρόμι των αρχαίων διαδρομών που συνέδεαν τον Ατλαντικό Ωκεανό με την Μεσόγειο θάλασσα και την Ιβηρική χερσόνησο με την κεντρική Ευρώπη.
Με την έλευση των Ρωμαίων ονομάστηκε “Carcaso Volcarum Tectosagum”, από την ονομασία της Κελτικής φυλής των Volcae-Tectosages,
για την οποία ελάχιστα είναι γνωστά, αν και αναφέρεται από τον Στράβωνα που είχε εγκατασταθεί εκεί γύρω στο 300 π.Χ.
και το 27 π.Χ. μετατράπηκε στην Colonia Iulia Carcaso.
Κατά τον 3ο και τις αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνα κατασκευάστηκε το πρώτο τείχος, με μήκος περίπου 1.200 μ.
Οι οχυρώσεις περιλάμβαναν διπλά τείχη και ένα φρούριο, το οποίο περιβαλλόταν επίσης από οχυρώσεις που εκτείνονταν σε συνολικό μήκος τριών χιλιομέτρων.
Όταν αποχώρησαν οι Ρωμαίοι, η Carcaso μετονομάστηκε σε Carcasona και πέρασε στην κατοχή των Βησιγότθων οι Βησιγότθοι κατέλαβαν την πόλη το 453, υπό τον βασιλέα τους Θεοδώριχο τον Β’, ο οποίος επεξέτεινε τα οχυρωματικά της έργα.
Το 507 οι Φράγκοι νίκησαν τον Βησιγότθο βασιλέα Αλάριχο τον Β’ με αποτέλεσμα η κυριαρχία των Βησιγότθων να περιοριστεί στην Ιβηρική χερσόνησο και την Επτάπολη (Septimanie), δηλαδή το Κάτω Λανγκντόκ,
καθώς ο Γκοντεμπό (Gondebaud), βασιλέας των Βουργουνδών, απέτυχε να καταλάβει την Ναρμπόν και την Καρκασσόν.
Κατά τον 6ο αιώνα η πόλη γίνεται έδρα επισκόπου από κοινού με την Αγκντ (Agde) και την Βιλνέβ λε Μαγκελόν (Villeneuve-lès-Maguelone).
Ο επίσκοπος άρχισε να κτίζει ένα βησιγοτθικό ναό, η θέση του οποίου είναι σήμερα άγνωστη αν και από ορισμένους πιστεύεται ότι αποτέλεσε το αρχικό κτίσμα που κατεδαφίστηκε προκειμένου να θεμελιωθεί ο καθεδρικός του Σεν Ναζέρ.
Όταν ο Μπάλακ απεβίωσε, τον διαδέχθηκε η σύζυγός του, στην οποία αποδόθηκε το προσωνύμιο “Dame Carcas”.
Ο Καρλομάγνος πολιόρκησε την πόλη με πολυάριθμο στρατό, αλλά οι οχυρώσεις της ήταν απόρθητες. Ο αυτοκράτορας αποφάσισε να συνεχίσει την πολιορκία, ελπίζοντας ότι οι πολιορκημένοι θα κατέρρεαν από την πείνα.
Η Dame Carcas αρχικά κατασκεύασε κούκλες από ύφασμα και άχυρο, τις έντυσε με στρατιωτικές στολές και τις τοποθέτησε στα τείχη ώστε οι πολιορκημένοι να φαίνονται πολλοί.
Παράλληλα οι βαλλιστρίδες πίσω από τις κούκλες έριχναν πολλά βέλη, ώστε να μοιάζει πως τα έριχναν οι ψεύτικοι στρατιώτες.
Ύστερα από κάποιο διάστημα, στην πόλη απέμεινε μόνον ένα μικρό γουρουνάκι και ένα σακί κριθάρι. Η Dame διέταξε και τάισαν το γουρουνάκι με το κριθάρι και ύστερα το πέταξε από τα τείχη.
Όταν οι πολιορκητές είδαν το νεκρό γουρουνάκι, μετέφεραν στον αυτοκράτορα ότι “η Καρκασσόν έχει τόσο πολύ κριθάρι διαθέσιμο, ώστε ταΐζει με αυτό τα γουρούνια της!”.
Ο Καρλομάγνος απελπίστηκε και έλυσε την πολιορκία. Καθώς τα στρατεύματα υποχωρούσαν, η Dame διέταξε να κτυπήσουν οι καμπάνες όλων των εκκλησιών, για να μαθευτεί το ευχάριστο νέο.
Την οχυρωμένη πολιτεία και την αποκαλούμενη Κάτω πόλη, η οποία βρίσκεται εκτός των οχυρώσεων.
Ο ρόλος της άνω πόλης (οχυρωμένης ) είναι κυρίως στρατιωτική . Κατά τον 16ο αιώνα, η “κάτω πόλη” γνωρίζει μεγάλη ανάπτυξη σε σχέση με την παλαιά, οχυρωμένη πόλη που σταδιακά χάνει τον στρατιωτικό της ρόλο. Τ
Ανάμεσα στην κάτω και την παλαιά πόλη αναπτύσσονται ανταγωνισμοί, οι οποίοι καταλήγουν στην μερική καταστροφή της κάτω πόλης.
Η οικονομική ευημερία έχει ως συνέπεια την κατασκευή πολυτελών κατοικιών, την υδροδότηση της πόλης και τον φωτισμό των δρόμων της.
Τα τείχη της παλιάς πόλης και οι πύλες της κάτω πόλης κατεδαφίστηκαν κατά τον δέκατο όγδοο αιώνα, ενώ η πύλη των Ιακωβίνων κατασκευάστηκε εκείνη την εποχή.
Δυστυχώς, όμως, τα ποικίλα προβλήματα που ανέκυψαν οδήγησαν στην απώλεια του μονοπωλίου παραγωγής υφασμάτων.
Κατά την διάρκεια του “παλαιού καθεστώτος” (Ancien Regime) η πόλη μετατράπηκε σε οπλοστάσιο και αποθήκη εφοδίων και παρέμεινε σε αυτή τη μορφή και κατά την διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης.
Παράλληλα, ο υφαντουργικός κλάδος, θέλοντας να ανταγωνιστεί τον αντίστοιχο αγγλικό, μειώνει τις τιμές των προϊόντων του και παράλληλα τους μισθούς των εργαζομένων.
Ο 20ός αιώνας βρίσκει την Καρκασσόν ως ένα από τα λίγα δείγματα ευρωπαϊκής μεσαιωνικής οχυρωμένης πόλης που έχουν διασωθεί στην κατάσταση που βρισκόταν κατά τον 13ο αιώνα.
Στο μικρό ανοικτό μεσαιωνικό θέατρο που έχει αποκατασταθεί παίζονται θεατρικά και μουσικά έργα της εποχής,
ενώ με την έλευση του κινηματογράφου οι οχυρώσεις και οι πύργοι της αποτελούν ιδανικό ντεκόρ για τους σκηνοθέτες.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της κριτικής επιτροπής, η πόλη της Καρκασσόν αποτελεί εξαίρετο παράδειγμα μεσαιωνικής οχυρωμένης πόλης, της οποίας οι οχυρώσεις κατασκευάστηκαν επάνω σε τείχη της ύστατης αρχαιότητας.
Ολόκληρη η μεσαιωνική πόλη και τα τείχη της, μήκους τριών περίπου χιλιομέτρων, αποτελεί αξιοθέατο: Η παλαιά πόλη έχει αναπαλαιωθεί εκπληκτικά και ο επισκέπτης μπορεί να αισθανθεί το κλίμα της μεσαιωνικής πόλης.
Όλα της τα σημεία είναι πλήρως επισκέψιμα χωρίς αντίτιμο εισόδου και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Το πρώτο έγγραφο που αναφέρει τον ναό χρονολογείται από το 925. Το 1096 ο Πάπας Ουρβανός ο Β’ ήλθε στην Καρκασσόν και ευλόγησε τα θεμέλια του Καθεδρικού Ναού του Σεν Ναζέρ και του Σεν Κέλς.
Η κατασκευή ολοκληρώθηκε κατά το δεύτερο ήμισυ του 12ου αιώνα. Αφού ανακατασκευάστηκε αρκετές φορές, με αποτέλεσμα να συνδυάζει διαφορετικά αρχιτεκτονικά στυλ, το 1801 έχασε τον τίτλο του Καθεδρικού Ναού προς όφελος του ναού του Αγίου Μιχαήλ.
Το 1898 ο Πάπας Λέων ο ΙΓ’ απέδωσε στον Ναό τον τίτλο της Βασιλικής.
Κτισμένο στο κέντρο των οχυρωματικών έργων ως έσχατη άμυνα, κατασκευάστηκε τον 12ο αιώνα από τους Τρανκαβέλ.
Κατά τους αιώνες που ακολούθησαν υπέστη αρκετές τροποποιήσεις, με αποτέλεσμα σήμερα να μην δίνει ακριβή εικόνα του αρχικού κτίσματος,
στο οποίο κατοίκησε η δυναστεία των υποκομήτων της Καρκασσόν.
συνδέει Μεσόγειο Θάλασσα με Ατλαντικό Ωκεανό διασχίζει την Καρκασσόν και είναι, επίσης, Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO από το 1996.
Οι δύο ναοί σηματοδοτούν την ένωση των δύο ομώνυμων χωριών με την κυρίως, εκτός των τειχών, πόλη ήδη από την εποχή του Μεσαίωνα.
Ο Καθεδρικός έχει τυπικό αρχιτεκτονικό στυλ του Λανγκντόκ και κατασκευάστηκε το 1247, ενώ απέκτησε τον τίτλο του Καθεδρικού το 1803.
Είναι η πλέον εντυπωσιακή κατασκευή της μεσαιωνικής περιόδου: Η πύλη περιβάλλεται από δύο τεράστιους πύργους, με μυτερές οροφές,
πηγή πληροφοριών: https://www.timesnews.gr
Ακολουθήστε τη σελίδα μας στο Facebook ή Την ομάδα μας στο Facebook