Η ιστορία του κοριτσιού των τσιγάρων ”Sante”
16 Οκτωβρίου 2021
Η Ιστορία των διακοπών …μέσα στο χρόνο..
17 Οκτωβρίου 2021

Μακεδονικός αγώνας..

Ο Μακεδονικός Αγώνας δεν μπορεί να χαρακτηριστεί «πόλεμος» με τη στενή έννοια του όρου.

Ήταν ένας ιδιότυπος – παράξενος πόλεμος, κυρίως Ελληνοβουλγαρικός που είχε την ιδιοτυπία να γίνεται σε ξένο έδαφος, το έδαφος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Κατά τη διάρκειά του δεν έγινε καμιά ανοιχτή μάχη Ελληνικών – Βουλγάρικών στρατευμάτων και ούτε υπήρξε επίσημη κήρυξη πολέμου από τη μια χώρα στην άλλη.(αυτό θα γίνει το 1913).
 
Τον μακεδονικό αγώνα τον γέννησαν δύο άλλοι πόλεμοι.

Ο Ρωσοτουρκικός του 1877 – 1878 με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου που γέννησε και εξέθρεψε τον Βουλγαρικό μεγαλοϊδεατισμό

και ο Ελληνοτουρκικός του 1897 με την άδοξη ήττα και τη γενική αποκαρδίωση, που παγίωσε την άποψη για την αδυναμία της Ελλάδας να διεκδικήσει τη Μακεδονία.

Τα έτη από 1878 – 1913, δόθηκαν εκατοντάδες μάχες στη Μακεδονία για το ποιος θα επικρατήσει.

Η κατάσταση εκείνη την περίοδο στα Βαλκάνια, ήταν ταραγμένη. ξεσπούν συνεχώς επαναστάσεις ενάντια στον Σουλτάνο.

Η Μακεδονία μάλιστα, υποφέρει τόσο από τον Τουρκικό ζυγό, όσο και από τη Βουλγαρική Εξαρχία.

Η Βουλγαρική προπαγάνδα χρησιμοποιεί κάθε μέσο (κυρίως εκφοβισμούς και βία, αλλά και στυγνές δολοφονίες σε πολλές περιπτώσεις) και κάθε της ενέργεια, αποσκοπεί στον εκβουλγαρισμό του τότε πληθυσμού της Μακεδονίας.

Γύρω στο 1860, οι Βούλγαροι είχαν προβάλλει αξιώσεις για την ίδρυση αυτοκέφαλης Εκκλησίας. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αρνήθηκε, δεχόμενο μόνο την παραχώρηση, αυστηρά εκκλησιαστικών, προνομίων.

Όμως οι Βούλγαροι πέτυχαν με την βοήθεια των Ρώσων την έκδοση σουλτανικού φιρμανιού στις 12/3/1870 με το οποίο ιδρύθηκε ανεξάρτητη Βουλγαρική Εξαρχία με έδρα την Κωνσταντινούπολη.

H Εξαρχία θα είχε δεκατρείς αρχιερατικές περιφέρειες στις οποίες δεν υπήρχαν μεγάλες πόλεις εκτός από τη Σόφια.

Τρεις επαρχίες, της Φιλιππούπολης, της Βάρνας και της Αγχιάλου, θα διαμοιράζονταν μεταξύ Πατριαρχείου και Εξαρχίας, μετά από κοινή συμφωνία.

Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αντέδρασε και το 1872,η «Αγία και Μεγάλη Σύνοδος» που συγκλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, κήρυξε τη Βουλγαρική Εξαρχία σχισματική,

την κατηγόρησε για «εθνοφυλετισμό», ότι δηλαδή με το σχίσμα δεν επιδίωκε εκκλησιαστική ανεξαρτησία αλλά εθνική επέκταση.

Ωστόσο, η ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας, είχε σαν αποτέλεσμα οι Χριστιανοί της Μακεδονίας να χωριστούν σε Πατριαρχικούς (δηλαδή  Έλληνες) και Εξαρχικούς (δηλαδή Βούλγαρους).

Οι Εξαρχικοί ξεκίνησαν αγώνα για να προσελκύσουν, χρησιμοποιώντας κάθε μέσο στην Εξαρχία, κυρίως τους σλαβόφωνους τους οποίους θεωρούσαν Βούλγαρους.

 Η Ελληνική Κυβέρνηση δεν επιχειρεί τίποτε, επίσημα, μέχρι το 1904. Ακόμη και εκείνη την περίοδο, ο Παύλος Μελάς, μαζί με άτομα που μοιράζονται τις ίδιες ιδέες μ’ αυτόν, αγωνίστηκε για να αφυπνίσει υπεύθυνους και κοινή γνώμη.

Ο Παύλος Μελάς

Νέος αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού, γόνος «καλής» οικογενείας των Αθηνών.

Η καταγωγή της οικογένειάς του ήταν από τον Παρακάλαμο που ανήκει σήμερα στον Δήμο Πωγωνίου Ιωαννίνων και είναι γνωστός ως «κοιτίδα» Ηπειρωτών οργανοπαικτών.

Αποφοίτησε από τη Σχολή Ευελπίδων το 1891. Από τα φοιτητικά του χρόνια αναμείχθηκε στο Εθνικό Κίνημα, που είχε υψώσει τη σημαία της απελευθέρωσης των σκλάβων αδελφών.

Από το 1894 έγινε βασικό στέλεχος της Εθνικής Εταιρείας και αγωνίστηκε για την διάδοση των σκοπών της.

Πήρε μέρος στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 ως ανθυπολοχαγός, υπό τον συνταγματάρχη Ζορμπά.

Ο Μακεδονικός Αγώνας, που ουσιαστικά είχε αρχίσει το 1899, θα πάρει δραματικό χαρακτήρα το 1903-1904 όταν οι Βούλγαροι Κομιτατζήδες διεκδικούσαν την Μακεδονία και ο αγώνας τους στράφηκε κατά των Ελλήνων.

Στην Αθήνα το κίνημα του αλυτρωτισμού ζωντανεύει σε νέα πια βάση: πρέπει να αντιμετωπισθεί ο βουλγαρικός κίνδυνος.

Ο Παύλος Μελάς πρωτοστατεί σ’ αυτήν την κίνηση. Η γυναίκα του Ναταλία το γένος Δραγούμη, είναι Μακεδόνισσα.

Γυναικαδελφός του ο Ίων Δραγούμης, η ακοίμητη συνείδηση της εποχής του.

Παύλος και Ίων μοιράζονται την ίδια αγάπη για την πατρίδα. Στις πρώτες ελληνικές αντάρτικες ομάδες στη Μακεδονία, άρχισε η κινητοποίηση αποστολής εθελοντών από την Ελλάδα.

Ο Παύλος Μελάς ήταν η ψυχή αυτής της κίνησης. Οι τρεις έξοδοί του στη Μακεδονία έχουν περάσει στη σφαίρα του θρύλου.

Οι λοχαγοί Αναστάσιος Παπούλας και Αλέξανδρος Κοντούλης και οι ανθυπολοχαγοί Γεώργιος Κολοκοτρώνης και Παύλος Μελάς μπαίνουν μυστικά για πρώτη φορά στη Μακεδονία τον Φεβρουάριο του 1904 για να μελετήσουν την κατάσταση και να υποδείξουν πρακτικά μέτρα.

Όμως τίθενται σύντομα στο στόχαστρο των Τούρκων και εξαναγκάζονται να αποχωρήσουν.

Για δεύτερη φορά επιστρέφει τον Ιούλιο ως δήθεν ζωέμπορος Πέτρος Δέδες και για τρίτη φορά, κάνοντας χρήσιν της αδείας του, σταλμένος όμως επίσημα από το Μακεδονικό Κομιτάτο της Αθήνας . Εκεί συναντήθηκε με σώματα Ελλήνων Μακεδόνων, του οποίου μέλη ήταν Κρήτες και Κύπριοι και Μακεδόνες και τον ανακήρυξαν αρχηγό με το ψευδώνυμο Μίκης Ζέζας. (Μίκης είναι το όνομα του μικρού του υιού, Ζέζε δε αλβανιστί μαύρος).

Περνά τα σύνορα από τη μεριά της Κοζάνης με σώμα 35 ανδρών τη νύχτα της 27ης προς 28 Αυγούστου 1904.

Από την είσοδό του στη Μακεδονία στο σύντομο διάστημα που μεσολάβησε ως το θάνατό του, φρόντισε να οργανώσει την τοπική άμυνα και να ενισχύσει το φρόνημα των κατοίκων.

Προσπάθησε να εκφοβίσει τους Βουλγάρους και να επαναφέρει στο Πατριαρχείο πληθυσμούς που από φόβο είχαν προσχωρήσει στην Εξαρχία.

Ήταν ουσιαστικός αρχηγός όλων των αντάρτικων σωμάτων που δρούσαν στις περιφέρειες Μοναστηρίου και Καστοριάς.

Ο αγώνας του τερματίστηκε στο χωριό Στάτιτσα. Η συμμορία των Κομιτατζήδων του Μήτρου Βλάχου τον πρόδωσαν στις τουρκικές αρχές κι ένα τουρκικό απόσπασμα κύκλωσε σύντομα το χωριό.

Μετά από ανταλλαγή πυρών κάποια σφαίρα τον βρήκε στη μέση και πέθανε έπειτα από μισή ώρα.

Για να μην πέσει η σορός του καπετάν Μίκη Ζέζα στα χέρια των Τούρκων, οι σύντροφοι τον πήραν μαζί τους, του έκοψαν το κεφάλι για να μην τον αναγνωρίσουν οι Τούρκοι.

Τελικά τα οστά του έθαψε ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης το 1907 στη Μητρόπολη της Καστοριάς.

Εκεί έμειναν ως το 1950, οπότε μεταφέρθηκαν στο διπλανό παρεκκλήσι των Ταξιαρχών.

Ο θάνατός του συγκλόνισε την Ελλάδα και στάθηκε αφορμή για την ένταση του Μακεδονικού Αγώνα.

Μάλιστα επιγραμματικά ο Ίων Δραγούμης τόνισε: «Ο Μελάς… με τη σπίθα του άναψε στον καθένα, πολλοί που ήταν τυφλοί ως τότε είδαν»

Αυτό ισχύει και σήμερα, που πρέπει να γνωρίζουν οι νεώτεροι για να κρατηθεί η συνέχεια της Μακεδονίας και η ιστορική της ταυτότητα.

Comments are closed.