Και όσο βαδίζουν σαν σκιές στα άχαρα εκείνα μέρη και μοιρολόγια η Παναγιά τα πιο όμορφα που ξέρει τα λέει και ο αντίλαλος από όπου και αν διαβαίνει κάθε λουλούδι τρυφερό που βρίσκεται μαραίνει.
Πώς να μην κλάψει που έγινε για αυτήν σκοτάδι η μέρα; Κι αν είναι Αυτός Θεάνθρωπος, εκείνη είναι μητέρα. Και να που ακόμη μια φωνή την ερημιά ταράζει.
Ναι, κάποια μάνα είναι αυτή, που μονάχη στην άκρη απαρηγόρητα θρηνεί και χύνει μαύρο δάκρυ Και τούτη σαν τη Μαριάμ, τον γιό της έχει χάσει και δεν μπορεί τέτοιο κακό ποτέ να το ξεχάσει.
Στους πέντε δρόμους ρίχτηκα, παιδί μου σαν ζητιάνα. Αχ κάλλιο να μην έσωνα Θεέ να γίνω μάνα
Η Παναγιά κατάλαβε, τον γιό της τον γνωρίζει μα σαν μητέρα του Χριστού, δεν φεύγει, δεν γογγύζει. Τον δικό της τον καημό ξεχνά την ώρα εκείνη και για τη μάνα τώρα αυτή τα δάκρυά της χύνει.
Σκύβει και την ασπάζεται, χαϊδεύει τα μαλλιά της, και την κρατάει με στοργή πιστά στην αγκαλιά της. Της λέει λόγια της καρδιάς και την γλυκομερώνει, της δίνει θάρρος, δύναμη και απάνω την σηκώνει.
Η μια στης άλλης το πλευρό σκυφτές συλλογισμένες, οι δύο μανάδες περπατούν αδελφαγκαλιασμένες. Ο Ιησούς που στον Γολγοθά κρεμάται έδωσε τέτοια εντολή:
Οι μάνες όλες πονούν ακόμα και αν το παιδί τους κάνει το πιο μεγάλο αμάρτημα … Για όλους μπορεί να είναι ο μεγαλύτερος εγκληματίας για εκείνη είναι το παιδί της ….
Εδώ είναι η ομάδα μας στο Facebook και εδώ η σελίδα μας!!