Στους αρχαίους χρόνους οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν βότανα και μπαχαρικά, όπως αμύγδαλα, κόλιαντρο, μυρτιά, ρητίνη κωνοφόρων δέντρων, περγαμόντο, καθώς και λουλούδια για την Παρασκευή των αρωμάτων.
Η πρώτη καταγεγραμμένη αρωματοποιός στον κόσμο ήταν γυναίκα με το όνομα Etruscan.
Μέχρι και την αρχή της Χρυσής Εποχής της Αιγύπτου, τα αρώματα χρησιμοποιούνταν μόνο στα τελετουργικά για τους θεούς και τους Φαραώ.
Όταν στις 26 Νοεμβρίου του 1922, οι αρχαιολόγοι Χάουαρντ Κάρτερ και λόρδος Κάρναρβον άνοιξαν τον τάφο του Τουταγχαμών, μια μεθυστική μυρωδιά εξαπλώθηκε.
Ήταν το κύφι, φημισμένο άρωμα που οι αρχαίοι Αιγύπτιοι παρασκεύαζαν από δεκαέξι διαφορετικά συστατικά και το προσέφεραν κάθε απόγευμα στον θεό Ρα.
Για να δημιουργούν όμορφα δοχεία, χρησιμοποιούσαν εξωτικά υλικά, όπως το αλάβαστρο, έβενο και πορσελάνη.
Όταν φτιάχτηκε γυαλί για πρώτη φορά στην Αίγυπτο, θεωρήθηκε πιο πολύτιμο από τα υπόλοιπα και ξεκίνησαν να το χρησιμοποιούν για τα αρώματα.
Στην Περσία αναπτύχθηκε η μέθοδος συντήρησης των λουλουδιών.
Αφού αποξήραιναν τα τριαντάφυλλα, τοποθετούσαν τα πέταλά τους σε αεροστεγή βάζα για να τα ανοίξουν σε εξαιρετικές περιπτώσεις.
Πολλά κείμενα κάνουν λόγο για την ευωδιά που άφηναν πίσω τους οι θεοί όταν εμφανίζονταν.
Στην Οδύσσεια, ο Όμηρος αναφέρει την πρακτική της επάλειψης των νεκρών με αιθέρια έλαια.
Στους γάμους, οι ακόλουθες της νύφης φορούσαν κορόνες φτιαγμένες από υάκινθους.
Στα αρωματικά λουτρά βύθιζαν το σώμα τους σε ευωδιαστό νερό από αιθέρια έλαια.
Άρωμα κερνούσαν επίσης στους καλεσμένους τους.
Οι Εβραίοι απέδιδαν στα αρώματα ιερότητα και απαγόρευαν στις γυναίκες να τα χρησιμοποιούν για τον καλλωπισμό τους.
Στα πρώτα χρόνια του χριστιανισμού η χρήση αρωμάτων είχε απαγορευτεί,
αφού η μυρωδιά τους είχε αποδοκιμαστεί από την εκκλησία ως υπερβολικά αισθησιακή και αιτία πειρασμού.
Οι μουσουλμάνοι μπορούσαν να χρησιμοποιούν τις αρωματικές ουσίες όχι μόνο κατά την διάρκεια των θρησκευτικών τους λειτουργιών αλλά να τις απολαμβάνουν καθημερινά.
και υποσχόταν ότι ο Κήπος του Παραδείσου θα ευωδιάζει από τα πιο εξωτικά αρώματα του κόσμου.
Την εποχή του Μεσαίωνα, οι Σταυροφόροι έφεραν από τις μακρινές Ινδίες και την Κίνα μυρωδάτα μπαχαρικά και διέδωσαν τις τεχνικές της απόσταξης.
Η Εκκλησία όμως τους έστελνε στην πυρά, αφού η χρήση των αρωμάτων ισοδυναμούσε
με παράνομες σαρκικές απολαύσεις και ήταν ύποπτη για πρακτικές μαύρης μαγείας.
Το άρωμα θριάμβευσε κατά την εποχή της Αναγέννησης.
Οι βασίλισσες και οι χωρικές φιλονικούσαν για τις συνταγές των πρώτων Ιταλών χημικών, ενώ μεγάλοι εξερευνητές όπως οι Βάσκο ντε Γκάμα και Χριστόφορος Κολόμβος
έφεραν νέες πρώτες ύλες από την Αμερική και από την Ινδία όπως κακάο, βανίλια, καπνό, πιπέρι, κάρδαμο, γαρίφαλο και βάλσαμο του Περού.
Ξένοι αρωματοποιοί από την Ιταλία και την Ισπανία εγκαταστάθηκαν στο Παρίσι
Το πρώτο άρωμα με αλκοόλ παρασκευάστηκε περίπου στα τέλη του 14ου αιώνα και είχε ως βασικό συστατικό το δενδρολίβανο.
Εκείνη την περίοδο, δυστυχώς τα πιο πολλά δημόσια λουτρά στην Ευρώπη έκλεισαν, εξαιτίας της πανώλης,
μιας σοβαρής ασθένειας από την οποία πέθανε το ένα τρίτο του πληθυσμού.
Οι άνθρωποι τότε πίστευαν ότι ασθένειες όπως η πανούκλα, μεταδίδονταν μέσω του αέρα.
Χρόνο με το χρόνο, όλο και περισσότερα φυτικά αρώματα χρησιμοποιούνταν για την παρασκευή κολόνιας .
Μία επίσης από τις πιο γνωστές κολόνιες ήταν το «eau du Cologne» ή αλλιώς το επαναστατικό «ύδωρ της Κολωνίας», το οποίο είναι …
Ποιος είναι άλλωστε εκείνος που δεν θυμάται τη σχετική διαφήμιση του αρώματος πριν από χρόνια;
Ένας αριθμός που μπορείς να τον… μυρίσεις, ακολουθώντας τα … «χνάρια» του ως τη Γερμανία.
Ανακαλύπτοντας τον στον αριθμό του σπιτιού 4711 στην οδό Glockengasse, της πόλης που έδωσε το όνομά της στην ίδια την… κολόνια. Την… Κολωνία.
αγόρασε από ένα στρατιώτη που πολεμούσε στις ανατολικές Ινδίες τη συνταγή ενός αρώματος βασισμένου στο κίτρο και το γνωστό μας αρισμαρί.
Ο Φέμινι το ονόμασε Aqua Mirabilis Coloni, δηλαδή «θαυματουργό νερό της Κολωνίας». Η συνταγή πέρασε στον Giovanni Maria Farina (1685-1766), έναν αρωματοποιό,
ο οποίος κατάφερε να βελτιώσει τη φόρμουλα και να φτιάξει το άρωμά του, που πωλούσε στο κατάστημα το οποίο διατηρούσε ο ίδιος.
τον Franz Maria Farina, ο οποίος θεωρούσε ότι το άρωμά του είχε ιαματικά αποτελέσματα.
Η εξέλιξη των τεχνικών έφερε μια πραγματικά οσφρητική επανάσταση.
Στις αρχές του προηγούμενου αιώνα το άρωμα έγινε προϊόν πολυτελείας, απέκτησε διάφορα ονόματα και μπουκάλια.
Αυτό το χρωστά στον Κορσικανό Φρανσουά Κοτί, ο οποίος ένωσε το ταλέντο του με τον σχεδιαστή Ζακ Λαλίκ.
Στο αρωματοπωλείο του στο Παρίσι, ένα μπουκάλι με σχέδιο του Λαλίκ που περιείχε άρωμα τριαντάφυλλο, έπεσε στο πάτωμα.
Όσοι μπήκαν στο κατάστημα μέθυσαν από την ευωδιά.
Έτσι μέσα σε μία ημέρα ο Κοτί έγινε πλούσιος και διάσημος, αφού πούλησε πεντακόσια μπουκάλια.
αφού τα πιο πολύτιμα ιαματικά βότανα και αρώματα της εποχής εντοπίζονται στον γαλλικό Νότο, στο Μονπελιέ και στην Γκρας της Προβηγκίας.
Ειδικά στην Γκρας καλλιεργούσαν μετά μανίας βιολέτες, λεβάντα, γιασεμιά, γαρύφαλλα και τριαντάφυλλα.
Μέχρι σήμερα παραμένει αδιαφιλονίκητη πρωτεύουσα του αρώματος, αφού απασχολεί 2.000 άτομα και αντιπροσωπεύει το 6% της παγκόσμιας αγοράς.
Ο Βρετανός αρωματοποιός Κριντ άνοιξε το 1760 έναν οίκο αρωμάτων στο Λονδίνο.
Ο ίδιος οίκος μεταφέρθηκε στο Παρίσι το 1854. Η λίστα των πελατών του είναι εντυπωσιακή.
Με τις δημιουργίες του αρωματίστηκαν ο Γεώργιος Γ’, η βασίλισσα Βικτορία και η πριγκίπισσα Σίσι της Αυστρίας. Τελευταία του πελάτισσα η Μαντόνα.
Σήμερα πια μπορούμε να μιλάμε για μια ολόκληρη „βιομηχανία αρωματοποιίας”.
Για να μπορούμε καθημερινά να φοράμε το αγαπημένο μας άρωμα, δουλεύουν χιλιάδες άνθρωποι ανά τον κόσμο:
Με τις ευωδιές και τις ιδιότητες τους ασχολούνται επίσης και οι επιστήμονες,
χάρη στα οποία μπορούμε να διαλέξουμε το άρωμα που ταιριάζει στην προσωπικότητα μας και στον τρόπο ζωής μας.
Παρόλο που τα χρησιμοποιούμε καθημερινά εξακολουθούν να αποτελούν για εμάς κάτι μυστικό και μαγικό…
πηγή πληροφοριών: https://pignataro.gr/, https://mundusest.wordpress.com/
Ακολουθήστε τη σελίδα μας στο Facebook ή Την ομάδα μας στο Facebook