Ένα οδοιπορικό στις αλησμόνητες πατρίδες που θα ολοκληρωθεί σε τρια μέρη
Η Σμύρνη είχε τον δικό της λαό. Οι άνθρωποί της, την καθιστούσαν διαφορετική από κάθε άλλη πόλη. Λίγες συγκρίνονταν μαζί της.
H Σμύρνη είναι κοσμοπολίτισσα. Η πληθυσμιακή της σύνθεση είχε πλουραλισμό και πολυχρωμία. Δεν ήταν μονότονη, άχρωμη, μίζερη .
Από το 1922 μέχρι σήμερα μπορεί να έχει περάσει σχεδόν ένας αιώνας από εκείνη την τραγική ημέρα που οι φλόγες ξεκίνησαν από την αρμένικη συνοικία και εξαπλώθηκαν μέχρι και τα πολυτελή κτίρια της προκυμαίας ΚΑΙ.
Δεν έσβησε όμως από τη μνήμη εκείνων που έζησαν εκεί και ένιωσαν τη φρίκη,
δεν έσβησε από τους απόγονους τους που έζησαν και εκείνοι την Σμύρνη του τότε ,μέσα από τις διηγήσεις και
Τη Σμύρνη ίδρυσε κατά τη Μυθολογία ο στον Θησέα και την ονομασία της στη σύζυγό του την αμαζόνα Σμύρνα.
Ωστόσο, ιδρύθηκε από τους Αιολείς το 1.100 π.Χ. και τον 8ο αι. π.Χ. καταλήφθηκε από τους Ίωνες (συγκεκριμένα τους Κολοφώνιους).
Επί ηγεμονίας των Αχαιμενιδών της Περσίας οι Σμυρνιοί διασκορπίστηκαν στα τριγύρω χωριά και όταν έφτασε στην περιοχή ο Μέγας Αλέξανδρος
τους συνένωσε και κατασκεύασε την καινούργια πόλη στους πρόποδες του όρους Πάγου, εκεί που βρίσκεται και η σημερινή πόλη της Σμύρνης.
Από τα μέσα του 19ου αιώνα και μέχρι την καταστροφή της, η Σμύρνη αποτελεί το μεγαλύτερο λιμάνι της ανατολικής Μεσογείου.
Σημαντικό ρόλο σ’αυτό αποτέλεσε η γεωγραφική θέση της Σμύρνης που βρίσκεται στο κέντρο των μικρασιατικών ακτών, διευκολύνοντας τη μεταφορά των παραγόμενων αγαθών
από τα διάφορα κέντρα της Μικράς Ασίας, αρχικά με καραβάνια καμήλων και από τα τέλη του 19ου αι. με σιδηροδρομικό δίκτυο.
Οι Λεβαντίνοι εγκαθίστανται στη Σμύρνη και συνασπίζουν δίκτυα εμπορικών πρακτόρων, χονδρεμπόρων και πλανόδιων πωλητών.
Η οικονομική άνθηση λειτουργεί ελκυστικά και για άλλες πληθυσμιακές ομάδες που συρρέουν στη Σμύρνη αναζητώντας μια καλύτερη τύχη.
Σε αυτούς ανήκουν οι Έλληνες, οι Αρμένιοι και οι Εβραίοιαπό διάφορα μέρη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας όπως
Η οικονομική ενδυνάμωση της πόλης συμπαρασέρνει και τις ισχυρές οθωμανικές οικογένειες που διατηρούν τσιφλίκια στην περιοχή.
Οι Οθωμανοί γαιοκτήμονες ευνοούνται από την αυξημένη ζήτηση αγροτικών προϊόντων στις δυτικές αγορές και μεγιστοποιούν την παραγωγή τους και τα κέρδη τους.
Το έτος 1838 αποτελεί ορόσημο για την οθωμανική οικονομία. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπογράφει εμπορική συνθήκη με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, προβαίνοντας στην επίσημη θέσπιση του ελεύθερου εμπορίου.
Η ετερότητα(οι διαφορετικές εθνοτικές και θρησκευτικές ομάδες που απαρτίζουν το πληθυσμιακό σκηνικό ) ενεργεί ως κίνητρο οικονομικής ανάπτυξης.
Οι πνευματικές ζυμώσεις μονοπωλούν στα αστικά σαλόνια, στις εφημερίδες, στα καφενεία, στους δρόμους και στους άμβωνες των εκκλησιών.
Το ελληνικό θέατρο στη Σμύρνη έκανε την εμφάνισή του στα μέσα του 19ου αιώνα. Την ίδια περίπου περίοδο ξεκίνησαν την κυκλοφορία τους και οι πρώτες ελληνικές εφημερίδες.
Όταν το 1841 στη Σμύρνη άρχισε τη λειτουργία του το πρώτο μεγάλο θέατρό της «Ευτέρπη», γαλλικοί και ιταλικοί μελοδραματικοί θίασοι
άρχισαν να επισκέπτονται την πόλη, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία ενός θεατρόφιλου κοινού.
Το 1856, μετά από πιέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής εκείνης, εκδόθηκε το σουλτανικό διάταγμα Χάττι-Χουμαγιούν (1856),
Κάτω από τις ευνοϊκές αυτές συνθήκες, και σε συνάρτηση με την οικονομική ευημερία των Ελλήνων της Σμύρνης,
από τα μέσα του 19ουαιώνα μέχρι την Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 η ελληνική κοινότητα είχε φτάσει στο απόγειο της ακμής της.
Κατά την περίοδο αυτή το ελληνικό θέατρο γνώρισε ημέρες δόξας, με τη δημιουργία σμυρνιώτικων θιάσων, ερασιτεχνικών και επαγγελματικών,
την επίσκεψη θιάσων από την Αθήνα, και τη συγγραφή ελληνικών θεατρικών έργων ή τη μετάφραση ευρωπαϊκών.
Το 1862 στη Σμύρνη χτίστηκε ένα μεγάλο, τριώροφο θέατρο, στο οποίο δόθηκε το όνομα του Ιταλού αρχιτέκτονα «Καμεράνο»,
Το νέο θέατρο δεν είχε τίποτε να ζηλέψει από τα μεγάλα ευρωπαϊκά θέατρα. Στη συνέχεια κτίστηκαν και πολλά άλλα θέατρα.
Οι Έλληνες της Σμύρνης εξελίχθηκαν σε ένα ένθερμο θεατρόφιλο κοινό, και ενώ στην αρχή παρακολουθούσαν ξένες παραστάσεις, κυρίως ιταλικές και γαλλικές,
με την δημιουργία τοπικών θιάσων, και τις επισκέψεις θιάσων από την Αθήνα, στράφηκαν με ενθουσιασμό στο ελληνικό θέατρο,
Από τις τάξεις αυτών των θεατρικών ομίλων αναδείχθηκαν επιφανή μέλη της σμυρναϊκής κοινότητας, τα οποία διέπρεψαν στα γράμματα, στις τέχνες και στις επιστήμες.
Με τον ξεριζωμό του 1992 και του 1923 πολλά από τα άτομα αυτά μετέφεραν στην Ελλάδα το θησαυρό των γνώσεών τους,
συμβάλλοντας σημαντικά στην αναγέννηση των ελληνικών γραμμάτων και τεχνών.
Η επικρατούσα γλώσσα των κατοίκων της Σμύρνης ήταν τα ελληνικά, μαρτυρώντας την άνθηση της ελληνικής κοινότητας και τον δυναμικό εξελληνισμό της παιδείας των υπόλοιπων κοινοτήτων.
Χαρακτηριστικές αναφορές μας επιβεβαιώνουν ότι η Ελληνική γλώσσα ήταν η βασική που μιλούσαν οι κάτοικοι.
Ο Αμερικανός ιατρός E. Dekay, ο οποίος εστάλη στη Σμύρνη για να μελετήσει την ασιατική πανούκλα,
διέκρινε την υπεροχή και παγίωση της ελληνικής γλώσσας στους κόλπους της σμυρναίικης κοινωνίας, σημειώνοντας τα εξής:
«Είναι παράξενο για έναν Αμερικανό να τον συστήνουν σε μια κυρία Johnson, Smith, Black, Wilson και να διαπιστώνει πως δεν ξέρει λέξη αγγλικά.
Η γλώσσα που χρησιμοποιούν οι περισσότερες ελληνικές οικογένειες είναι τα ελληνικά και αυτή είναι η πρώτη γλώσσα που μαθαίνει το παιδί.
Οι Αγγλίδες και οι Αμερικάνες κυρίες έχουν τόσο πολύ υιοθετήσει τους τρόπους, την ενδυμασία και την ελληνική γλώσσα ώστε δυσκολεύεται κανείς να τις ξεχωρίσει από τις Σμυρναίες».
Στο ίδιο πνεύμα, ο Αμερικανός αξιωματικός Wines μας μεταφέρει πως σε ένα σχολείο όπου φοιτούν τα παιδιά των Αμερικανών και Ευρωπαίων επιχειρηματιών,
οι μαθητές στα διαλείμματα μιλούσαν μεταξύ τους την ελληνική γλώσσα.
Ο ”Άνω Μαχαλάς” απλωνόταν στις παρυφές του όρους Πάγος και φιλοξενούσε τη συνοικία των Τούρκων, των Εβραίων και ελάχιστων Ελλήνων. Στον ”Κάτω Μαχαλά” κατοικούσαν οι Έλληνες, οι Αρμένιοι και οι Καθολικοί.
Συνοικίες του Κάτω Μαχαλά
ήταν η ελληνική συνοικία του Αγίου Γεωργίου,
η αρμένικη του Αγίου Στεφάνου,
τα Γυαλάδικα,
η αγορά ”Μεγάλες Ταβέρνες”,
ο Φραγκομαχαλάς των Καθολικών,
η συνοικία των Νοσοκομείων,
η συνοικία Φασουλάς,
η αριστοκρατική Μπέλα Βίστα,
τα Σχοινάδικα,
το Κερασοχώρι,
η Πούντα με τους Ιταλούς και τους Μαλτέζους,
τα Χιώτικα με τους οίκους ανοχής
και οι λαϊκές συνοικίες του Αγίου Τρύφωνα, των Ταμπάκικων, των Μορτακιών και του Αγίου Κωνσταντίνου.
Στα προάστια της Σμύρνης βρίσκονταν
το Κορδελιό,
το Γκιόζ Τεπέ,
το Κοκάργιαλί,
ο Μπουρνόβας,
ο Προφήτης Ηλίας,
ο Κουκλουτζάς,
το Σεβντίκιοϊ
και ο Μπουτζάς με τις επαύλεις του.
Το 1922 η Σμύρνη, δίχως τα προάστια και τα τριγύρω χωριά, αριθμούσε 370.000 κατοίκους, εκ των οποίων
οι 165.000 ήταν Έλληνες
οι 80.000 Τούρκοι
οι 55.000 Εβραίοι
οι 40.000 Αρμένιοι
οι 6.000 Λεβαντίνοι και
οι 30.000 διάφορες άλλες εθνικότητες.
η Σμύρνη είναι η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Τουρκίας, μετά την Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα.
Έχει πληθυσμό 3,5 εκατομμύρια κατοίκους. Δεν έχει Έλληνες αλλά εγκαθίστανται μόνιμα αρκετοί Ευρωπαίοι συνταξιούχοι,
διότι το ύψος της σύνταξής τους σε συνδυασμό με την κατακόρυφη υποτίμηση της τουρκικής λίρας έναντι του ευρώ,
τους επιτρέπει να απολαύσουν υψηλότερο βιοτικό επίπεδο από ότι στις χώρες τους.
Αύριο το δεύτερο μέρος του Οδοιπορικού…
Πηγές πληροφοριών:
Παπαδάκης, Γεώργιος, ”Τα τραγούδια της Σμύρνης”, τεύχος 200, Ιστορικά, Ελευθεροτυπία, Αθήνα, 28 Αυγούστου 2003.
Χατζηιωάννου, Μαρία – Χριστίνα, ”Εμπορικά Δίκτυα στη Σμύρνη”, τεύχος 203, Ιστορικά, Ελευθεροτυπία, Αθήνα, 18 Σεπτεμβρίου 2003.
Giles Milton, “Paradise Lost, Smyrna 1922”, Sceptre, London 2008.
Νάσιουτζικ, Παυλίνα, ”Σμύρνη: Ελληνικά Σχολεία και Αμερικάνοι”, τεύχος 200, Ιστορικά, Ελευθεροτυπία, Αθήνα, 28 Αυγούστου 2003.
Πηγές Φωτογραφιών: https://efkozani.gr/, https://makrakomi.com/
Ακολουθήστε τη σελίδα μας στο Facebook ή Την ομάδα μας στο Facebook