συνδύαζαν πάντα πολλά πράγματα.
Οι ρίζες του πανηγυριού βρίσκονται βαθιά μέσα στο χρόνο, και ήδη από την εποχή της αρχαιότητας ήταν άμεσα συνυφασμένο με το θρησκευτικό συναίσθημα των ανθρώπων.
Έπαιρνε δε σάρκα και οστά στις διάφορες λατρευτικές τελετουργίες.
Στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας του ελλαδικού χώρου, ιδιαίτερα κατά τον 18ο αιώνα, διεξάγονταν εμποροπανηγύρεις
Μαζί με τους πλανόδιους πραματευτάδες και τα εμπορεύματά τους, ταξίδευαν από εμποροπανήγυρη σε εμποροπανήγυρη ειδήσεις, προκαταλήψεις, ιδέες και όνειρα για μια καλύτερη ζωή.
που στήνεται με την ευκαιρία ενός πανηγυριού και όπου γίνονται αγοραπωλησίες προϊόντων ή ζώων.
Οι εμποροπανηγύρεις είναι συνήθως μη μόνιμες αγορές και διαφέρουν από τις αγορές των πόλεων που γίνονται σε εβδομαδιαία βάση σε συγκεκριμένα σημεία της πόλης.
Τα πανηγύρια στο Βυζάντιο, όπως και στην Ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα, συνέβαλλαν ουσιαστικά στην ανάπτυξη του εμπορίου, ειδικά των επαρχιακών πόλεων,
και στη συγκέντρωση πλήθους ανθρώπων για θρησκευτικές, ψυχαγωγικές και άλλες δραστηριότητες.
Τα πανηγύρια απέφεραν σημαντικά οικονομικά οφέλη στο κράτος: η κεντρική διοίκηση, μέσω ειδικών υπαλλήλων, εισέπραττε από τους συμμετέχοντες εμπόρους το κομμέρκιο,
φόρο ίσο με το 10% της αξίας των πωληθέντων προϊόντων.
Συγχρόνως, η συγκέντρωση πολλών πιστών απέφερε οφέλη και εισοδήματα στις κατά τόπους Εκκλησίες, ιδιαίτερα αν επρόκειτο για πανηγύρια σε μεγάλα προσκυνηματικά κέντρα,
Για την πραγματοποίηση των εμποροπανηγύρεων βασικό ρόλο έπαιζε η γεωγραφική θέση της κάθε πόλης, αν είχε λιμάνι ή αν βρισκόταν σε κάποιον σημαντικό χερσαίο δρόμο,
που θα διευκόλυναν τη μετακίνηση ανθρώπων και αγαθών.
Εκτός από τους εμπόρους, πλήθος επισκέπτες ταξίδευαν από μακριά για να κάνουν τις απαραίτητες αγορές τους.
να απλώσουν τις πραμάτειες τους, που περιλάμβαναν σκεύη, υφάσματα, χαλιά, τρόφιμα, δέρματα και ζώα (άλογα, βόδια, αιγοπρόβατα, χοίρους),
Οι χώροι εκτός των τειχών προτιμούνταν και για λόγους ασφαλείας, γιατί στα πανηγύρια συμμετείχαν ξένοι έμποροι, που μπορούσαν να είναι κατάσκοποι ή εχθροί.
Ο Ιουστινιάνειος κώδικας όριζε
οι εμποροπανηγύρεις μεταξύ των υπηκόων του κράτους και του βασιλείου των Περσών
να πραγματοποιούνταν σε καθορισμένα σημεία μόνο σε περιόδους ειρήνης.
Οι Άραβες μετακινούνταν συχνά με πλοία· στο λιμάνι της Δημητριάδας (του σημερινού Βόλου).
Η ψυχαγωγία αποτελούσε ένα από τα κύρια συστατικά στοιχεία της καθημερινότητας των Βυζαντινών.
Βεβαίως, σε κάποιες περιπτώσεις, η ορθόδοξη εκκλησία παρενέβαινε θέτοντας όρια ή θεσπίζοντας απαγορεύσεις όταν θεωρούσε ότι μια μορφή διασκέδασης ήταν βλάσφημη,
όλα αυτά καθόλου δεν εμπόδιζαν τους Βυζαντινούς από το να απολαμβάνουν τις μικρές χαρές της καθημερινότητας.
Η διασκέδαση τότε, άλλωστε, περιλάμβανε θεάματα με αυτοσχέδιες παραστάσεις περιφερόμενων θιάσων από μίμους ή ακροβάτες,
που ισορροπούσαν σε σχοινιά ή έκαναν δύσκολες γυμναστικές ασκήσεις,
και με επιδείξεις ζώων που έπαιζαν ή χόρευαν στον ήχο του τυμπάνου.
Πολλοί ελληνικοί παραδοσιακοί χοροί σήμερα, όπως ο συρτός, αποτελούν συνέχεια των χορών της αρχαιότητας.
Από διάφορες βυζαντινές πηγές αντλείται η πληροφορία πως στο Βυζαντινό Μεσαίωνα έγινε προσπάθεια από την εκκλησία να αποτραπούν οι πιστοί από διάφορα αρχαία έθιμα
που θεωρούνταν εκείνη την εποχή ως διαβολικά, γι’ αυτό και τέθηκαν κανόνες για το πού και πότε επιτρεπόταν ο χορός των Βυζαντινών.
Οι Βυζαντινοί χόρευαν στα θρησκευτικά πανηγύρια, μια παράδοση που συνεχίζεται και σήμερα.
Μετά το πέρας της θείας λειτουργίας στη γιορτή ενός Αγίου ή Μάρτυρα, στηνόταν ένα πανηγύρι στο χώρο της εκκλησίας και ακολουθούσε χορός των πιστών.
Αν και η εκκλησία είχε ζητήσει να απαγορευτούν οι χοροί στις γιορτές των Αγίων, εντούτοις οι βασιλείς επέτρεπαν τους χορούς καθώς θεωρούσαν πως αποτελούσαν λαϊκή συνήθεια.
Την εποχή που ήταν πατριάρχης ο Θεοφύλακτος, ο γιος του αυτοκράτορα Ρωμανού του Λακαπηνού,
την ημέρα των Χριστουγέννων και των Φώτων οι χοροί στήνονταν και μέσα στους ναούς.
Αυτή βέβαια η συνήθεια πολεμήθηκε πολύ έντονα, χωρίς όμως να σταματήσει ολοκληρωτικά.
Εκτός από τα θρησκευτικά πανηγύρια, οι Βυζαντινοί χόρευαν και με αφορμή άλλων γιορτών.
Ακολουθώντας τη Ρωμαϊκή συνήθεια, στις Καλάνδες μεταμφιέζονταν και χόρευαν στους δρόμους,
στα Ρουσάλια, που συνέπιπταν με την Πεντηκοστή, γύριζαν στην ύπαιθρο μεταμφιεσμένοι, αντάλλασσαν δώρα και χόρευαν.
Επίσης, ήταν πολύ συνηθισμένο να χορεύουν άντρες και γυναίκες στους γάμους.
Μπορεί ο ΝΓ΄ κανόνας της Λαοδικείας Συνόδου να απαγόρευε στους χριστιανούς να χορεύουν και να τραγουδούν,
ωστόσο βρίσκουμε μαρτυρίες πως τον 15ο αιώνα χόρευαν στους γάμους.
Άλλες περιστάσεις στις οποίες γλεντούσαν με χορό ήταν
Οι πλούσιοι Βυζαντινοί οργάνωναν συχνά συμπόσια καλώντας τραγουδιστές και χορευτές, αλλά και γλέντια που στήνονταν στα καπηλειά.
Για να γιορτάσει την νίκη του βυζαντινού στρατού ο λαός έβγαινε στους δρόμους και χόρευε μαζί με τους στρατιώτες ζητωκραυγάζοντας.
Άλλοτε πάλι χόρευαν τραγουδώντας αυτοσχέδια άσματα για να ειρωνευτούν τον αυτοκράτορα.
Οι στρατιώτες χόρευαν ένοπλοι πολεμικές ασκήσεις, αλλά και έστηναν χορούς για να διασκεδάσουν μετά τα γυμνάσια.
Οι ηνίοχοι χόρευαν στον Ιππόδρομο όταν νικούσαν στις αρματοδρομίες.
Ο χορός αυτός γινόταν μέσα στο τρίκλινο του Ιουστινιανού με την συμμετοχή ευγενών, αυλικών και τοπικών αρχόντων.
Μετά το γεύμα ο τελετάρχης παρουσίαζε με την σειρά τους αξιωματούχους,
οι οποίοι έκαναν τρεις φορές τον γύρο του βασιλικού τραπεζιού χορεύοντας και τραγουδώντας εγκωμιαστικούς ύμνους.
Ο αυτοκράτορας έδειχνε την ικανοποίησή του δωρίζοντάς τους στο τέλος της τελετής πουγγιά με νομίσματα.
Ονόματα χορών δεν αναφέρονται, ούτε περιγραφές χορευτικών σκηνών.
Ξέρουμε όμως ότι συχνά χόρευαν σε κύκλο ανοιχτό πιασμένοι από τα χέρια ή τα δάχτυλα και μάλιστα «πλεγμένοι».
Ο πρώτος του χορού λεγόταν κορυφαίος ή χορολέκτης.
Αυτός άρχιζε το τραγούδι και φρόντιζε να μην χαλάει ο κύκλος.
Υπήρχαν χοροί ανδρών, γυναικών και μεικτοί.
Ο Θεσσαλονίκης Ευστάθιος αναφέρει έναν χορό που άρχιζε σε κύκλο και μετά οι χορευτές έρχονταν αντικρυστά.
Χορεύοντας τραγουδούσαν άσματα καθιερωμένα ή αυτοσχέδια, είτε όλοι μαζί είτε επαναλαμβάνοντας την κάθε στροφή από το τραγούδι του πρωτοχορευτή.
Οι παριστάμενοι παρακολουθούσαν με μεγάλο ενδιαφέρον, χτυπούσαν τα χέρια στον ρυθμό ή τραγουδούσαν.
Οι επαγγελματίες τραγουδιστές, που συνήθως ήταν οι ίδιοι οι μουσικοί, συνέθεταν στίχους ανάλογα με την περίσταση.
Τα όργανα ήταν κιθάρα, αυλός (απλός, διπλός ή πολλαπλός), ντέφι, τύμπανο.
Έτσι, λοιπόν, όσο και αν η εκκλησία έθετε απαγορεύσεις στα γλέντια και τους χορούς,
”Ας κρατήσουν οι χοροί” όπως μας λέει και ο εκπληκτικός Διονύσης Σαββόπουλος και ας φτιάξουμε όλοι μαζί τον πιο μεγάλο κύκλο ακόμα και χωρίς να πιαστούμε. Γιατί οι Έλληνες χορεύουμε πρώτα με την ψυχή!!
πηγή πληροφοριών : https://geonews.gr/,
ΕΛΛΑΔΑ
,https://www.ekalampaka.gr/
Ελάτε στην παρέα της ”Γωνιά Χαλάρωσης” στο Facebook