Ι.Μ. Εικοσιφοίνισσας: το παλαιότερο μοναστήρι..
20 Σεπτεμβρίου 2021
«Ντιρλαντά», το πιο διάσημο ελληνικό τραγούδι στον κόσμο
22 Σεπτεμβρίου 2021

Σουβλάκι ή Καλαμάκι …έχει τη δική του ιστορία!!

Σουβλάκι.. ο ‘βασιλιάς’ του ελληνικού delivery αλλά και η πρώτη επιλογή που θα δοκιμάσει κάποιος τουρίστας όταν επισκεφθεί την χώρα μας.

Σουβλάκι ή Καλαμάκι? Τυλιχτό ή Σάντουιτς? Όπως και να τα πεις ή όπως και να τα προφέρεις, για να τα απολαύσεις θα καταλήξεις σε ένα σουβλατζίδικο ή ψητοπωλείο!

Από την αρχαία Ελλάδα στη σύγχρονη εποχή το σουβλάκι είναι ένα από τα πιο δημοφιλή εδέσματα.

Η πρώτη αναφορά γίνεται στα Ομηρικά Έπη που θέλουν τον Αχιλλέα να ψήνει στη θράκα κομμάτια κρέατος.

Επίσης, χαρακτηριστική είναι η αναφορά του Αθήναιου στο έργο του Δειπνοσοφιστές,

ότι ο Ηγήσιππος στο Οψαρτυτικό του, δηλ. στον οδηγό μαγειρικής που έγραψε, αναφέρει ένα έδεσμα που λεγόταν κάνδαυλος και ήταν κάτι ανάλογο με το σημερινό σουβλάκι.

Συνδύαζε κομμάτια από ψητό κρέας, πίτα, τυρί και άνηθο και σερβιριζόταν με ζουμί (Αθήναιος, Δειπνοσοφιστές, 12, 516d).

Το σουβλάκι από εντόσθια αναφέρεται σε ρωμαϊκά κείμενα του 1ου αιώνα μ.Χ. αλλά και αργότερα στην Κωνσταντινούπολη, όπου μετά την άλωση,

μικροπωλητές πωλούσαν στους δρόμους, εκτός από φρούτα ή λαχανικά, και σουβλάκι με πίτα.

Η λέξη «σουβλάκι» προέρχεται από τη σούβλα, που με τη σειρά της προέρχεται από το λατινικό subulus.

Στη δεκαετία του 1940 αρχίζει να διαδίδεται σε προσφυγικές γειτονιές, ενώ στον Πειραιά ένας Κωνσταντινουπολίτης έφτιαξε το 1950 το πρώτο τυλιχτό σουβλάκι με κεμπάπ,

το οποίο εκτός από το κρέας περιελάμβανε ντομάτα, κρεμμυδο-μαϊντανό και για τους μερακλήδες, ζεστή κόκκινη σάλτσα ντομάτας (είτε καυτερή είτε απλή)

Το σουβλάκι αποτελείται από ψημένα κομμάτια χοιρινού κρέατος

περασμένα σε μικρή ξύλινη σούβλα από καλαμιά

για το λόγο μάλιστα αυτόν στη νότια Ελλάδα μπορεί να το παραγγείλει κανείς και ως «καλαμάκι»

το οποίο σερβίρεται συνήθως με μια φέτα ψωμί ή μια πίτα κομμένη στα τέσσερα.

Ευρήματα:

Μοναδικό εύρημα που εκτίθεται στην πρώτη αίθουσα του Μουσείου των Μυκηνών αποτελεί αδιάσειστο τεκμήριο για την προτίμηση των Μυκηναίων στα σουβλάκια:
μια φορητή πήλινη εσχάρα όπτησης κρέατος σε καλαμάκια με πλευρά όχι μεγαλύτερη από μισό μέτρο.

Πρόκειται για μια ορθογώνια βάση με ελαφρά ανυψωμένες τις τρεις πλευρές και ανοιχτή την τέταρτη

ώστε να καθαρίζεται πιθανότατα η στάχτη και με υποδοχές στις πλαϊνές πλευρές,

επάνω στις οποίες μπορούν να τοποθετηθούν οριζόντια και σε απόσταση πέντε έξι εκατοστών από τη βάση της καμιά δεκαριά ράβδοι όπτησης τεμαχίων κρέατος, σουβλάκια.

Καθώς είναι φορητή φέρει στις πλαϊνές πλευρές δύο λαβές. Στο Μουσείο εκτίθεται μαζί με ένα χάλκινο μαχαιρίδιο και με ένα μικρό λεκανίδιο γεμάτο με οστά ζώων.

Επίσης, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου,

σε προθήκη υπάρχει η κρητική εκδοχή της σχάρας, πάνω στην οποία οι Μινωίτες έψηναν τα δικά τους σουβλάκια, εύρημα κοινό σε πολλούς αρχαιολογικούς χώρους τόσο της Κρήτης όσο της Σαντορίνης, και βεβαίως ολόκληρης της χώρας.

Οι αρχαίες αυτές ψησταριές ήταν πήλινες με εγκοπές για τη στήριξη των σουβλών.

Οι κρατευτές των προγόνων μας ήταν εργονομικοί, καθώς χάρη στις οπές τους επέτρεπαν τη διατήρηση της θερμοκρασίας

για το ψήσιμο χωρίς να σβήνουν τα κάρβουνα, και φυσικά υγιεινοί, αφού το λίπος έλιωνε πάνω στις σχάρες.
Η συνταγή επιβίωσε στους αιώνες ως οβελίσκος, ονομασία που προέρχεται φυσικά από το οβελός, δηλαδή τη σούβλα, όπως παραθέτουν αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Αριστοφάνης, ο Ξενοφών και ο Αριστοτέλης.

Σύγχρονη Ιστορία:

Η ένδοξη ιστορία του ελληνικού σουβλακιού ξεκινάει το 1924, όταν ο Ισάκ Μερακλίδης έρχεται από την Αίγυπτο στην Αθήνα και ανοίγει το πρώτο σουβλατζίδικο, ονόματι «Αιγυπτιακόν», στη Νίκαια,

το οποίο ζει και βασιλεύει μέχρι σήμερα, περνώντας από γενιά σε γενιά .

Ο μπάρμπα Ισάκ ήταν Αρμένης από τα Άδανα. Κυνηγημένος από τους Τούρκους, πέρασε στην Αίγυπτο ως πολιτικός πρόσφυγας και κατέληξε στην Αθήνα,

άλλαξε το αληθινό του όνομα, το Μισάκ Ανισπικιάν, και ξεκίνησε νέα καριέρα ως Μερακλίδης φτιάχνοντας κεμπάπ από πρόβειο κρέας, πίτα και ντομάτα, όλα ψημένα στα κάρβουνα.

Η Λιβαδειά θα καθιερώσει το καλαμάκι με ψωμί αργότερα, στη δεκαετία του ’50,
ενώ το πρώτο ντονέρ από κιμά θα κάνει την εμφάνισή του στην Αθήνα το 1962, μέχρι η Δικτατορία των Συνταγματαρχών

να επιβάλει το χοιρινό (σε σουβλάκι, γύρο κ.λπ.) αλλάζοντας διά νόμου τη γεύση της ελληνικής λιχουδιάς του δρόμου.

Το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, κυρίως τις δεκαετίες του ’50 και του ’70 σημειώθηκαν τα μεγαλύτερα κύματα μετανάστευσης προς τις ΗΠΑ, την Αυστραλία και τη Γερμανία.

Κάποιοι μετανάστες μετέφεραν στη άλλη άκρη του κόσμου τη συνταγή του νόστιμου εδέσματος, ανοίγοντας καταστήματα που υπάρχουν ακόμα και σήμερα.

Ελληνική πατέντα η πίτα

Η πίτα στο σουβλάκι είναι αποκλειστικά ελληνική πατέντα και συνταγή.

Αν η παρασκευή της επηρεάστηκε από κάποιους, δεν είναι από τους Ανατολίτες αλλά από τους Ιταλούς κατακτητές.

Κατά τη διάρκεια της Ιταλικής κατοχής, οι Ιταλοί απαίτησαν και έδειξαν  στους Έλληνες φουρνάρηδες

να τους παρασκευάσουν την ιταλική γαλέτα. Ήταν μια εύκολη λύση για να τρέφεται ο στρατός με αρτοπαρασκευάσματα μεγάλης διάρκειας.

Οι Έλληνες αρτοποιοί  επηρεασμένοι και από την πείρα τους σε ένα είδος Μικρασιατικού ψωμιού που έμοιαζε με πίτα,
αντί για γαλέτα, θα παράγουν τη γευστικότατη πίτα, που γνωρίζουμε σήμερα, και μάλλον είχε επιτυχία στον Ιταλικό στρατό κατοχής.
Ο φούρνος του Χατζή μαζί με το φούρνο του Λαμπράκη, στη Νίκαια,  ήταν οι πρώτοι φούρνοι, παγκοσμίως, που παρήγαγαν την πίτα για σουβλάκι.

Η πίτα για σουβλάκι ως εμπορική επιχείρηση ξεκίνησε το 1952
από τους αδελφούς Αντώνη και Κυριάκο Παπαδόπουλο (από την Άψαλλο της Έδεσσας) σε ξυλόφουρνο και με παράγωγη 200 έως 300 πίτες την ώρα.

Ακολουθήστε τη σελίδα μας στο Facebook ή Την ομάδα μας στο Facebook

Comments are closed.